- Βουέ, Σιμόν
- (Simon Vouet, Παρίσι 1590 – 1649). Γάλλος ζωγράφος. Μυήθηκε στη ζωγραφική από τον πατέρα του Λοράν και συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Ρώμη, όπου εγκαταστάθηκε το 1613. Ταξίδεψε στην Αγγλία (1605), στην Κωνσταντινούπολη (1611) και στη Βενετία (1612). Από την επαφή του με την ιταλική τέχνη, τη βενετσιάνικη ζωγραφική, τον μανιερισμό της Ρώμης, τη σχολή του Καραβάτζιο και του Καράτσι, άντλησε πολύτιμα διδάγματα, που του χρησίμευσαν αργότερα στην ανάπτυξη του πρωτότυπου ύφους του. Το έργο του, ακόμα και όταν προσεγγίζει περισσότερο τον Καραβάτζιο, διακρίνεται για τη διακοσμητική του διάθεση και την επιφανειακή κομψότητά του. Στη Ρώμη, ο πρώτος πίνακάς του σε δημόσιο κτίριο ήταν ίσως η Γέννηση της Παναγίας, στο Σαν Φραντσέσκο α Ρίπα. Το 1621 ζωγράφισε μία Σταύρωση για τον Άγιο Αμβρόσιο στη Γένοβα, όπου πιθανώς είχε παραμείνει για μικρό χρονικό διάστημα. Στη Ρώμη δημιούργησε ακόμα, το 1624, δύο ελαιογραφίες με επεισόδια από τη ζωή του αγίου Φραγκίσκου, για την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου στη Λουτσίνα, καθώς επίσης προσωπογραφίες και άλλους πίνακες με αλληγορικά και μυθολογικά θέματα. Όταν το 1626 ονομάστηκε από τον Λουδοβίκο ΙΓ’ «πρώτος ζωγράφος του βασιλιά», επέστρεψε στο Παρίσι και ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα ως ζωγράφος φορητών πινάκων (μία Αλληγορία του Πλούτου βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου) και ως διακοσμητής βασιλικών ανακτόρων και μεγάρων των ευγενών (Βασιλικό Ανάκτορο και μέγαρο Μπιλιόν στο Παρίσι, πύργοι Βιντβίλ και Σιλί). Φιλοτέχνησε επίσης μία προσωπογραφία του Λουδοβίκου ΙΓ’ (Μουσείο του Λούβρου). Το έργο του είχε μεγάλη απήχηση στους μεταγενέστερους Γάλλους ζωγράφους. Ο Λεσιέρ, ο Λεμπρέν και πολλοί άλλοι υπήρξαν μαθητές του.
Η «Ηρωδιάδα» του Γάλλου Ζωγράφου Σιμόν Βουέ, ο οποίος διαμορφώθηκε με τα διδάγματα της ιταλικής ζωγραφικής (Εθνική Πινακοθήκη Κορσίνι, Ρώμη).
Dictionary of Greek. 2013.